Του Ιωάννη Πάντιου
Αγαπητοί
αναγνώστες
Στο συγκεκριμένο άρθρο
θα δούµε μερικά αποσπάσματα απ' το βιβλίο των Μαρτύρων του Ιεχωβά με τίτλο: Πρέπει να πιστεύουμε στην Αγία Τριάδα ; Στο συγκεκριμένο βιβλίο αγαπητοί
αναγνώστες θα δούμε πώς κυριολεκτικά βλαστημούν το μέγα Μυστήριον που είναι ο Τριαδικός
Θεός . Θα κατανοήσουμε αμέσως οτι αυτοί
οι άνθρωποι δεν μπορεί να λέγοται χριστιανοί και ο μόνος χαρακτηρισμός που τους αρμόζει είναι του Αποστόλου Ιωάννου που τους αποκαλεί
πλάνους
και αντίχριστους. Δείτε τι γράφουν
πρώτα για τον Κύριο μας Ιησού Χριστό.
Όπως πάντα αγαπητοί αναγνώστες εχουν απομονώσει το εδάφιο του Ιωάννου και Προσπαθούν να
περάσουν το δικό τους ψευδος. Στην πραγματικότητα μας λέει ο Ιωάννης: αυτη δέ
εστιν η αιώνιος ζωή, ινα γινώσκωσιν σε τον μόνον αληθινον Θεον και ον
απέστειλας Ιησουν Χριστόν. Ιωαννης 17:3.
Δηλαδή οταν λέει ο Ιωάννης το μόνο αληθινό Θεό, και τόν Ιησού Χριστό τον οποιον απέστειλες αυτό τι σημαίνει οτι ο
Χριστος δεν αποτελείται στην Θεοτητα ;
Εάν πάμε με την λογική των Μαρτύρων του Ιεχωβά και
κρατήσουμε εκει που λέει το μόνο αληθινό
Θεό τότε πρέπει να μας απαντήσουν οι αγαπητοί Μάρτυρες του Ιεχωβά στην επιστολή
του Ιούδα που λέει : Διότι παρεισέφρησαν
μερικοί άνθρωποι, οι οποιοι απο παλαιούς χρόνους ηταν προωρισμένοι
γι΄αυτο το κακό να είναι δηλαδή ασεβεις, που μεταβάλλουν τη χάρι του Θεού μας
σε ασελγεια, και αρνουνται το ΜΟΝΟ
Δεσπότη και Κυριο μας Ιησού Χριστό. Ιούδα 1:4
Δέχονται οι Μάρτυρες του Ιεχωβά οτι υπάρχει ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ Δεσπότης και Κυριος ο οποίος
είναι ο Ιησούς Χριστός ;;;
Επίσης μας λένε οτι στην Αγία Γραφή δεν αποκαλείτε
Παντοδύναμος η Παντοκράτορας ο Ιησούς Χριστός. Την απάντηση την δίνει η Αγία
Γραφή.
Εγώ ειμι το Αλφα και το Ω, λέγει κύριος ο θεός, ο ων και ο
ην και ο ερχόμενος, ο παντοκράτωρ. Αποκ. 1:8.
Μπορούν να μας πουν οι αγαπητοί Μάρτυρες του Ιεχωβα ποιος
ειναι ο ερχόμενος ο οποίος είναι και
Παντοκράτωρ ;;;
O
Ιησούς ήταν Θεάνθρωπος, δηλαδή Θεός και άνθρωπος ταυτόχρονα Στον Ιωάννη 1:14 διαβάζουμε:
«Και ο Λόγος έγινε σάρκα, και κατοίκησε ανάμεσά μας, (και είδαμε τη δόξα του,
δόξα ως μονογενούς από τον Πατέρα), γεμάτος χάρη και αλήθεια». Ο Λόγος που
είναι Θεός Ιωάν.1:1 έγινε
σάρκα, δηλαδή άνθρωπος. Όμως, ΔΕΝ έπαψε να είναι ο Θεός-Λόγος όταν έγινε σάρκα!
Διότι αφού λέει «ο Λόγος έγινε σάρκα» μετά λέει ότι «κατοίκησε ανάμεσά μας και
είδαμε τη δόξα του». Ποιος κατοίκησε ανάμεσά μας; Και ποιανού την δόξα είδαμε;
Μήπως η σάρκα «κατοίκησε ανάμεσά μας» και μήπως «είδαμε την δόξα» της σάρκας;
Ασφαλώς όχι! Ανάμεσά μας κατοίκησε ο Θεός-Λόγος και είδαμε την δόξα του
Θεού-Λόγου! Συνεπώς ο Ιησούς εξακολουθούσε να είναι Θεός όταν έγινε άνθρωπος.
Κι όχι ένας πρώην Θεός, αλλά ζωντανός Θεός διότι έδειξε την δόξα Του ενώ ήταν
ταυτόχρονα άνθρωπος.
Η ισότητα του Ιησού με τον Πατέρα
Ο Ιησούς διακήρυττε την ισότητά Του με τον Πατέρα με τόσο
σαφή τρόπο, ώστε οι Ιουδαίοι θέλανε να τον θανατώσουν! Διαβάζουμε: «Και ο
Ιησούς απάντησε σ’ αυτούς: Ο Πατέρας μου μέχρι τώρα εργάζεται, κι εγώ
εργάζομαι. Γι’ αυτό, λοιπόν, οι Ιουδαίοι ζητούσαν περισσότερο να τον
θανατώσουν, επειδή, όχι μόνον παρέβαινε το Σάββατο, αλλά έλεγε τον Θεό και δικό
του Πατέρα, κάνοντας τον εαυτό του ίσον με τον Θεό» Ιωάννης
5:17-18. Ο Ιησούς μιλούσε για την σχέση του με τον
Θεό-Πατέρα, σαν να ήταν ίσος προς ίσον. Και αυτό σάστισε τους συμπατριώτες Του.
Ο Ιησούς λοιπόν επί της γης, εκτός από Υιός του ανθρώπου, ήταν και ο Υιός του
Θεού, κάτι που τον έκανε ίσο με τον Θεό. Αυτό κατανόησαν οι Ιουδαίοι της εποχής
του, και δεν τους διόρθωσε. Αντιθέτως οι
διευκρινήσεις που έδωσε, επιβεβαίωσαν ακόμη περισσότερο την θεότητά Του: «Ο
Ιησούς λοιπόν, αποκρίθηκε και τους είπε: Σας διαβεβαιώνω απόλυτα. Δεν μπορεί ο
Υιός να κάνει τίποτε από μόνος του, αν δεν βλέπει τον Πατέρα να το κάνει αυτό,
επειδή όσα κάνει εκείνος, αυτά, παρόμοια, κάνει και ο Υιός» Ιωάννης 5:19. Ουσιαστικά ο Ιησούς είπε ότι
δεν ενεργεί αυθαίρετα, αλλά σε απόλυτη συνεργασία με τον Πατέρα Του. Δεν κάνει
τίποτε αν δεν βλέπει τον Πατέρα να το κάνει αυτό. Συνεπώς και η στάση του προς
το Σάββατο, εκφράζει την στάση και του Πατέρα Του. Αφού ο Πατέρας εργάζεται, κι
ο Υιός εργάζεται το Σάββατο. Αυτό δείχνει την ίση εξουσία που έχει ο Ιησούς με
τον Θεό Πατέρα. Και μάλιστα ο Ιησούς διαβεβαιώνει ότι έχει τις ίδιες θείες
ιδιότητες με τον Πατέρα όταν λέει: «Όσα κάνει εκείνος, αυτά παρόμοια κάνει και
ο Υιός»! Αυτά ασφαλώς δεν μπορεί ούτε να τα πει, αλλά ούτε να τα κάνει ένας
άνθρωπος! Και μάλιστα ο Ιησούς μιλάει σε ενεστώτα διαρκείας, αποκαλύπτοντας ότι
τον καιρό που ήταν άνθρωπος, είχε ταυτόχρονα τις θείες ιδιότητες, δηλαδή ήταν
και Θεός! Αν δεν τις είχε τις ιδιότητες την ώρα που μιλούσε, θα χρησιμοποιούσε
είτε σε αόριστο χρόνο για να δείξει ότι τις είχε στο παρελθόν, είτε σε
μέλλοντα, για να δείξει ότι θα τις έχει στο μέλλον.
Ο Ιησούς επίσης διακήρυξε την θεότητά Του όταν είπε: «Κι εγώ
δίνω σ’ αυτά [τα πρόβατά μου] αιώνια ζωή, και δεν θα χαθούν στον αιώνα, και
κανένας δεν θα τα αρπάξει από το χέρι μου. Ο Πατέρας μου, ο οποίος μου τα
έδωσε, είναι μεγαλύτερος από όλους, και κανένας δεν μπορεί να τα αρπάξει από το
χέρι του Πατέρα μου. Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ΕΝΑ» Ιωάννης
10:28-30. Διδάσκαλοι
πλάνης λένε ότι εδώ ο Ιησούς εννοούσε ότι είναι ένα με τον Θεό Πατέρα Του στον
σκοπό κι ότι απλώς είχε πνευματική ενότητα όπως έχουμε κι εμείς με τον Θεό.
Όμως πλανούνται πλάνην οικτράν! Ο Ιησούς διακηρύττει εδώ την ίδια δύναμη και
εξουσία που έχει ο Θεός Πατέρας όσον αφορά την προστασία των προβάτων Του. Λέει
ότι, «κανένας δεν θα τα αρπάξει από το χέρι μου… και κανένας δεν μπορεί να τα
αρπάξει από το χέρι του Πατέρα μου». Δηλαδή είτε το χέρι του Υιού είναι, είτε
το χέρι του Πατέρα, η ΙΔΙΑ παντοδυναμία κρύβεται από πίσω! Και αμέσως μετά λέει
ο Κύριος ότι, «Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα». Ο Υιός και ο Πατέρας είναι ΕΝΑ
στην θεία φύση, είναι ΕΝΑ στην δύναμη, είναι ΕΝΑ στην εξουσία.
Και η αντίδραση των Ιουδαίων το αποδεικνύει αυτό: «Οι
Ιουδαίοι έπιασαν πάλι πέτρες, για να τον λιθοβολήσουν. Ο Ιησούς αποκρίθηκε σε
αυτούς: «Πολλά καλά έργα από τον Πατέρα μου έδειξα σε σας, για ποιο έργο απ’
αυτά με λιθοβολείτε; Οι Ιουδαίοι αποκρίθηκαν σ’ αυτόν, λέγοντας. Για καλό έργο
δεν σε λιθοβολούμε, αλλά για βλασφημία, κι επειδή εσύ, ενώ είσαι άνθρωπος
κάνεις τον εαυτό σου Θεό» Ιωάν. 10: 31-33. Οι Ιουδαίοι προφανώς δεν θα θέλανε
να τον λιθοβολήσουν αν εννοούσε την πνευματική ενότητα με τον Πατέρα Του. Οι
Ιουδαίοι κατάλαβαν ότι ο Ιησούς εννοούσε ότι είναι Θεός! Με το «Εγώ και ο
Πατέρας είμαστε Ένα» ο Ιησούς διακήρυξε την θεότητά Του.
ο Απόστολος Θωμάς αναγνώρισε την διπλή φύση του Ιησού και
του είπε: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» Ιωάν. 20:28. Αντίθετα
με τα ψεύδη των Μαρτύρων του Ιεχωβά, ο Ιησούς αποκαλείται Θεός με το οριστικό
άρθρο «Ο» μπροστά! Ο Ιησούς που πίστευαν οι μαθητές ήταν ο Κύριός τους και ο
Θεός τους, ακόμη κι όταν είχε το ανθρώπινο σχήμα πάνω στην Γη.
Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος μας προειδοποιεί: «Βλέπετε μη
σας εξαπατήσει κάποιος διαμέσου της φιλοσοφίας και της μάταιης απάτης, σύμφωνα
με την παράδοση των ανθρώπων, σύμφωνα με τα στοιχεία του κόσμου, και όχι
σύμφωνα με τον Χριστό. Επειδή, μέσα σ’ αυτόν κατοικεί ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ ΤΗΣ
ΘΕΟΤΗΤΑΣ ΣΩΜΑΤΙΚΑ» Κολ. 2:8-9. Μην πλανιέστε με φιλοσοφικές αναλύσεις του
προσώπου του Ιησού. Αυτός ενώ είναι τέλειος άνθρωπος, ταυτόχρονα είναι ΤΕΛΕΙΟΣ
ΘΕΟΣ, διότι σ’ αυτόν κατοικεί όλο το πλήρωμα της θεότητας σωματικά.
Κατά το 18 κεφ. τής Γενέσεως, στίχ.1 ο Θεός (Ο΄) ή Γιαχβέ (Μασ. - יְהוָ֔ה) ενεφανίσθη εις τον Αβραάμ παρά την δρυν Μαμβρή. Υψώσας δε ο Αβραάμ τούς οφθαλμούς του παραδόξως είδε ΤΡΕΙΣ άνδρες. Παραδόξως πάλι και κατά θεία προφανώς παρόρμηση, εις τον στίχ.3, τούς προσφωνεί σε ενικό δια τού ‘Κύριε’ (Adonai - אֲדֹנָ֗י), ενώ εις τούς αμέσως επομένους στίχ.4 και 5 ομιλεί προς αυτούς σε πληθυντικό (‘νίψατε τούς πόδας σας’, ‘αναπαύθητε’, ‘στηρίξατε την καρδίαν σας’, ‘θέλετε παρέλθει’, ‘επεράσατε’).
Άξιον παρατηρήσεως επίσης ότι, ενώ εις τον στίχ.3 ο Αβραάμ εμφανίζει τον εαυτό του ως δούλο ΕΝΟΣ (‘τον δούλο σου’ – Εβρ. עַבְדֶּֽךָ ebedka), εις τον στίχ.5 εμφανίζει τον εαυτό του ως δούλο ΤΡΙΩΝ (‘τον δούλο σας’ – Εβρ. עַבְדְּכֶ֑ם ebedkim). Οι τρεις ομιλούν συγχρόνως και λέγουν τα αυτά, ως εξ ενός στόματος, κάτι που φανερώνει την απόλυτη ενότητα Ενεργείας και Θελήματος μεταξύ τών υψηλών επισκεπτών τού Αβραάμ. Η ενότητα δε αυτή είναι η υπαρκτική (οντολογική) έκφραση τής απόλυτης αγάπης, τής κοινωνίας αγάπης που συνδέει αυτά τα τρία πρόσωπα. Και εις μεν τον στίχ.5το κείμενο γράφει κανονικώς ‘είπον’ (Eβρ. וַיֹּ֣אמְר֔וּ - way·yō·mə·rū), σε πληθυντικό δηλαδή, ως τρεις που ήσαν, εις δε τούς στίχ.10,13,15,17,20 γράφει παραδόξως ‘είπε’ (Εβρ. וַיֹּ֗אמֶר - way·yō·mer), σε ενικό δηλαδή, ως να ήτο ΕΝΑΣ.
Άξιον επίσης προσοχής, ότι αλλού το κείμενο γράφει ‘είπε Κύριος’ (Εβρ, וַיֹּ֥אמֶר יְהוָ֖ה way·yō·mer Yah·weh) και αλλού απλώς ‘είπε’ (Εβρ. וַיֹּ֗אמֶר - way·yō·mer), χωρίς δηλαδή να καθορίζει υποκείμενο, κάτι αρκετά παράδοξο, διότι κανονικώς γεννάται το ερώτημα: ποιος από τούς τρεις ‘είπε’; Γενικώς εις τις εκδηλώσεις τών υψηλών επισκεπτών τού Αβραάμ και εις τις εκδηλώσεις αυτού απέναντι αυτών παρουσιάζεται η ενότητα, συγχρόνως δε και η ισοτιμία τών τριών θείων προσώπων!
Αφού οι τρεις άνδρες εφιλοξενήθησαν από τον Αβραάμ, ανεχώρησαν προς τα Σόδομα. Τότε, κατά τούς στίχ.20-21 (Εβρ.), ο Γιαχβέ είπε «Η κραυγή τών Σοδόμων και τών Γομόρρων επληθύνθη και η αμαρτία αυτών βαρεία σφόδρα. Θέλω λοιπόν καταβή, και θέλω ιδεί αν έπραξαν ολοκλήρως κατά την κραυγήν την ερχομένη προς εμέ, και θέλω γνωρίσει εάν ουχί». Κατ’αυτόν τον λόγο ο Γιαχβέ, μετά την εμφάνισή Του εις τον Αβραάμ, θα κατέβαινε εις τις αμαρτωλές πόλεις, για να δει προσωπικώς και ‘ιδίοις όμμασιν’ (‘Θέλω καταβή’) και να διαπιστώσει την ηθική αυτών κατάσταση. Παρά τον λόγο όμως τού Γιαχβέ περί προσωπικής καταβάσεως Αυτού εις τα Σόδομα, το κείμενο λέει, ότι ο Αβραάμ εξακολουθούσε να στέκεται ενώπιον τού Γιαχβέ και να συνομιλεί μαζί Του μεσιτεύων υπέρ σωτηρίας τών Σοδόμων (στίχ.22)!
Μετά απ’αυτό έφυγε ο Γιαχβέ (στίχ.33). Η δε Σκοπιά εις το σημείο αυτό, περί προσωπικής δηλαδή καταβάσεως τού Γιαχβέ εις τα Σόδομα, δίδει την εξής τραγελαφική εξήγηση: «Θα μπορούσε ο Κύριος να «καταβή απ’ ουρανού», όπως δηλώνει το 1 Θες. 4:16, χωρίς να είναι ορατός στα φυσικά μας μάτια; Στις ημέρες τών αρχαίων Σοδόμων και Γομόρρων, ο Ιεχωβά είπε, ‘θέλω λοιπόν καταβή και θέλω ιδεί’ αυτό που έκαναν οι άνθρωποι. (Γέν. 18:21) Αλλά όταν ο Ιεχωβά έκανε αυτόν τον έλεγχο, κανένας άνθρωπος δεν τον είδε, αν και είδε τους αγγελικούς αντιπροσώπους που έστειλε» (Πώς να Συζητάτε Λογικά από τις Γραφές, έκδ.1987, σελ.98 η υπογράμμιση δική μας)
Εις δε τα Σόδομα, κατά το 19:1, από τούς τρεις άνδρες πήγαν μόνο οι δύο, οι οποίοι ονομάζονται και άγγελοι, εις δε τον στίχ.13 εμφανίζονται ως απεσταλμένοι τού Γιαχβέ. Από αυτό προκύπτει η εξής απορία: Δεν κατέβηκε ο Γιαχβέ προσωπικώς και αισθητώς εις τα Σόδομα, όπως είπε εις τον Αβραάμ; Η απάντηση είναι θετική. Πράγματι, ο Γιαχβέ κατέβηκε εις τα Σόδομα προσωπικώς και αισθητώς εις το πρόσωπο τών δύο ανδρών – αγγέλων. Οι δύο κατά τα πρόσωπα, κατά την ουσία είναι ο ΕΝΑΣ ΚΑΙ Ο ΑΥΤΟΣ ΓΙΑΧΒΕ, όπως μαρτυράει και ο στίχ.16 «διότι εσπλαχνίσθη αυτόν ο Κύριος» όπου ως Κύριος εδώ εννοούνται ειδικώς οι δύο απεσταλμένοι!
Όπως το κεφ.18 περί τών επισκεπτών τού Αβραάμ είναι γεμάτο από παράδοξα, έτσι και το κεφ.19 περί τών επισκεπτών τού Λωτ. Όπως οι τρεις παρουσιάζονται ταυτοχρόνως ωςΕΝΑΣ Κύριος, έτσι και οι δύο. Κατ’αρχάς ο Λωτ, εις τον στίχ.2, προσφωνεί τούς δύο άντρες κανονικώς σε πληθυντικό δια τού ‘κύριοι’, έπειτα εις τον στίχ.18 παραδόξως και κατά θεία προφανώς παρόρμηση τούς προσφωνεί σε ενικό δια τού ‘Κύριε’. Παραθέτουμε αυτόν μετά τού επομένου στίχου: «Και είπεν ο Λωτ προς αυτούς, Μη παρακαλώ, Κύριε. Ιδού ο δούλος σου εύρηκε χάριν ενώπιόν σου, και μεγάλυνας το έλεός σου, το οποίονέκανες προς εμέ...» (Εβρ.).
Ρητώς λέγει το κείμενο, ότι ο Λωτ απευθύνθηκε προς ‘αυτούς’, δηλαδή όχι προς τον έναν, αλλά προς τούς δύο άντρες, όπως άλλωστε ήτο φυσικό. Και το ότι ο Λωτ προσεφώνησε ‘αυτούς’ δια τού ενικού ‘Κύριε’ καθίσταται αναμφισβήτητο από τις φράσεις ‘ο δούλος σου’, ‘ενώπιόν σου’, ‘το έλεός σου’, ‘έκανες’. Περισσότερο δε τούτο καθίσταται αναμφισβήτητο από τον στίχ.21, ο οποίος ανταποκρίνεται προς τον στίχ.18. Μετά την παράκληση τού Λωτ προς τούς δύο άντρες (ή προς τον Κύριο), στίχ.18-20, η απάντησή τους (δηλ. τού Κυρίου) αναφέρεται εις τον στίχ.21 (Εβρ.): «Και είπε προς αυτόν ο Κύριος, Ιδού, επήκουσά σου και εις το πράγμα τούτο, να μην καταστρέψω την πόλιν, περί τής οποίας ελάλησας». Δεν γράφει ‘Και είπον’, οπότε ως υποκείμενο θα εξυπακούετο ‘αυτοί’ (οι δύο άνδρες), αλλά ‘Και είπε’, οπότε ως υποκείμενο εξυπακούεται το ‘Κύριος’, δια τού οποίου ακριβώς ο Λωτ προσεφώνησε τούς δύο άνδρες.
Κατά παρόμοιο επίσης τρόπο εις τον στίχ.17 γράφει (Εβρ.): «Και ότε εξήγαγον (ενν. οι δύο άνδρες) αυτούς έξω, είπεν ο Κύριος, Διάσωσον την ζωήν σου...». Μετά το ‘εξήγαγον’ κανονικώς έπρεπε το κείμενο να γράφει ‘είπον’, αφού ουσιστικώς και εις τα δύο ρήματα το υποκείμενο είναι το ίδιο. Αλλά εγράφη ‘είπε’, διότι οι δύο είναι ‘ο Κύριος’. Το ίδιο δε συναντούμε και εις τον στίχ.16 (Εβρ.) όπου ως Κύριος ή Γιαχβέ(יְהוָ֖ה), ο οποίος εσπλαχνίσθη τον Λωτ, νοούνται ειδικώς οι δύο άνδρες: «Επειδή δε εβράδυνεν, οι άνδρες πιάσαντες την χείρα αυτού, και την χείρα τής γυναικός αυτού, και τας χείρας τών δύο θυγατέρων αυτού, (διότι εσπλαγχνίσθη αυτόν ο Κύριος -יְהוָ֖ה), εξήγαγον αυτόν, και έθεσαν αυτόν έξω τής πόλεως». Οπωσδήποτε οι δύο είναι κατ’ουσίαν ΕΝΑΣ Κύριος.
Κατόπιν τής λεπτομερούς εξετάσεως των δύο πλέον παραδόξων κεφαλαίων τής Γραφής, το πρόβλημα τού Γεν. 19:24 (Εβρ.) «Και έβρεξεν ο Κύριος επί τα Σόδομα και Γόμορρα θείον και πυρ παρά Κυρίου εκ τού ουρανού» δεν λύνεται με τον τρόπο που προτείνουν οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά, ότι δήθεν πρόκειται περί Εβραϊσμού αναζητώντες εναγωνίως παρεμφερή χωρία (π.χ. Γεν. 4:22-23, Κριτ. 4:4-5, Α΄ Βασ. 1:33, 8:1, 9:1, 10:13, 12:21, κατά το Εβρ.), αλλά λύνεται ως εξής:
Δια τού πρώτου ‘Κύριος’ (Γιαχβέ) εννοείται το ΑΜΕΣΟΝ ΑΙΤΙΟΝ τής καταστροφής τών Σοδόμων, δηλαδή οι δύο άνδρες ή άγγελοι (αγγελιοφόροι, απεσταλμένοι), ΕΝΑΣ κατ’ουσίαν ΚΥΡΙΟΣ. Δια δε τού δευτέρου ‘Κύριος’ (Γιαχβέ) εννοείται το ΑΠΩΤΑΤΟΝ ΑΙΤΙΟΝ τής καταστροφής, δηλαδή ο τρίτος τών ανδρών, από τού οποίου οι δύο είχαν αποχωρισθεί. Και υπό μεν τις μορφές τών δύο ανδρών ήσαν ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, υπό δε την μορφήν τού τρίτου ο Πατήρ. Ο Πατήρ απέστειλε τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα, και αυτοί έβρεξαν πυρ και θείον ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΑΥΤΟΥ (‘παρά Κυρίου’) ή αλλιώς, εξετέλεσαν την απόφασή Αυτού. Οπότε αγαπητοί Μάρτυρες τού Ιεχωβά, αδίκως ψάχνετε εις την Παλαιά Διαθήκη προς ανεύρεσιν αντιστοίχων χωρίων για να αποφύγετε τον σκόπελο τών ‘δύο Κυρίων’, με απώτερο βεβαίως σκοπό να δικαιώσετε την Σκοπιά, διότι το μοναδικό χωρίο που είναι το ακριβώς αντίστοιχο τού Γεν. 19:24 δεν ευρίσκεται εις την Παλαιά αλλά εις την Καινή Διαθήκη.
Οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά θεωρούν το επίμαχο χωρίο τής Γενέσεως ως Εβραϊσμό, ότι θέλει δηλαδή η Γραφή να τονίσει, ότι ο Θεός έβρεξε εξ Εαυτού, δια τής αμέσου δηλαδή δυνάμεώς Του και όχι δια τού συνήθους τρόπου τής φύσεως. Αλλά εις αυτήν την περίπτωση ή η φράσις ‘παρά Κυρίου’ ή η φράσις ‘έβρεξεν ο Κύριος’ θα περίττευε, δεδομένου ότι βροχή πυρός και θείου ‘εξ ουρανού’ είναι αδύνατον να προκληθεί κατά τον συνήθη τρόπο τής φύσεως. Εάν το χωρίο έλεγε απλώς ‘Και Κύριος έβρεξεν επί Σόδομα και Γόμορρα θείον και πυρ εξ ουρανού’ ή ‘Και έπεσεν επί Σόδομα και Γόμορρα θείον και πυρ παρά Κυρίου εξ ουρανού’, τούτο θα αρκούσε για να δείξει το εντελώς έκτακτον και την εκ Θεού προέλευση τής καταστροφής. Θα αρκούσε δε και το ακόμη απλούστερον ‘Και έπεσεν επί Σόδομα και Γόμορρα θείον και πυρ εξ ουρανού’.
Άλλωστε και εις άλλα σημεία η Γραφή κάνει λόγο περί θαυματουργικής πτώσεως πυρός, θείου και χαλάζης εκ τού ουρανού προς παραδειγματική τιμωρία ανθρώπων ή για άλλο σκοπό, χωρίς να χρησιμοποιείται η εν λόγω περίεργη διατύπωση. Πρβλ. Έξοδ. 9:23«...ο Κύριος έπεμψε βροντάς και χάλαζαν επί την γην τής Αιγύπτου», Α΄ Βασ. (Γ΄ Βασ.Ο΄) 18:38 «Τότε έπεσε πυρ παρά Κυρίου, και κατέφαγε το ολοκαύτωμα...», Β΄ Βασ. (Δ΄ Βασ. Ο΄) 1:10,12,14 «...κατέβη πυρ εξ ουρανού, και κατέφαγε αυτόν...», Β΄ Χρον. (Β΄ Παρ. Ο΄) 7:1 «...κατέβη το πυρ εξ ουρανού, και κατέφαγε τα ολοκαυτώματα...», Β΄ Μακ. 2:10 «Καθώς και Μωυσής προσηύξατο προς Κύριον, και κατέβη πυρ εξ ουρανούκαι τα τής θυσίς εδαπάνησεν, ούτως και Σαλωμών προσηύξατο, και καταβάν το πυρ ανήκωσε τα ολοκαυτώματα», Ιεζ. 38:22 «...και θέλω βρέξει επ’ αυτόν...βροχήν κατακλυσμού, και λίθους χαλάζης, πυρ και θείον».
Όπως μόλις διεπιστώσαμε εις παρεμφερείς διατυπώσεις, εις καμίαν δεν αναφέρει, ότι η καταστροφή ή η πτώση πυρός και θείου έγινε συμφώνως προς την παράδοξη διατύπωση τού Γεν. 19:24.
Εις το σημείο αυτό πρέπει να τονίσουμε, ότι τέτοιου είδους παράδοξα, αλλά και τόσα πολλά, όπως αυτά εις τα κεφ.18 και 19 τής Γενέσεως, είναι ανθρωπίνως αδιανόητα και ανεπινόητα. Όταν τα τρία πρόσωπα παρουσιάζονται ισότιμα, και εις τον ίδιο στίχο συναντάται η παράδοξος εναλλαγή πληθυντικού και ενικού (‘αυτούς’, ‘Κύριε’), κι αυτό το παράδοξο να επιβεβαιώνεται από τούς επομένους στίχους, τότε η υπόθεση, ότι οι δύο άγγελοι ήσαν απλώς συνοδοί τού Γιαχβέ ή ότι επρόκειτο περί τριών κατά φύσιν αγγέλων, εκτός τού ότι είναι αυθαίρετος, δεν εξηγεί και τίποτα από τα παραπάνω παράδοξα. Τέτοια παράδοξα αποδεικνύονται από μόνα τους θεόπνευστα.
Είπαμε ανωτέρω να μην ψάχνουν οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά αδίκως εις την Παλαιά Διαθήκη να βρουν παρομοία έκφραση, διότι η αντίστοιχή της είναι εις την Καινή Διαθήκη εις την Β΄ Τιμ. 1:18 «Δώη αυτώ ο Κύριος ευρείν έλεος παρά Κυρίου εν εκείνη τη ημέρα».
Διετυπώθη και εδώ η άποψη ότι πρόκειται περί Εβραϊσμού, συμφώνως προς τον οποίον ο Απόστολος επαναλαμβάνει το όνομα ‘Κύριος’ όπου εμείς θα θέταμε αντωνυμία και άρα δεν πρόκειται περί διακρίσεως προσώπων τής Θεότητος. Αλλά αυτή η εξήγηση αγνοεί το προηγούμενο τής εκφράσεως εις την Γένεση, όπου όπως απεδείχθη, πρόκειται πράγματι περί διακρίσεως προσώπων. Κατά την υπόθεση αυτή το νόημα τού χωρίου είναι: «Είθε ο Κύριος να δώσει εις τον Ονησιφόρο να εύρη έλεος παρ’ εαυτού». Αλλά εδώ γεννάται το ερώτημα: «παρά τίνος άλλου θα μπορούσε να εύρη έλεος, μάλιστα κατά την ημέρα τής Δευτέρας Παρουσίας, ώστε να δικαιολογείται η πρόσθετος έννοια ‘παρ’ εαυτού’»; Άλλωστε η έννοια, ότι το έλεος δίδεται υπό τού Κυρίου, περιέχεται εις τον προηγούμενο στίχο κατά τρόπο απλό: «Δώη έλεος ο Κύριος τω Ονησιφόρω οίκω», και δεν ήταν ανάγκη να επαναληφθεί κατά τρόπο δύσκολο. Αν η εξήγηση αυτή ήτο ορθή, εις τον στίχ.18 θα αρκούσε να εγράφετο: «Δώη αυτώ ο Κύριος ευρείν έλεος εν εκείνη τη ημέρα».
Η ορθή εξήγηση είναι, ότι την έκφραση ‘ο Κύριος παρά Κυρίου’ την χρησιμοποιεί ο Απόστολος, επειδή έχει εις τον νου του την διάκριση μεταξύ Χριστού και Θεού Πατρός. Υπέρ αυτής τής διακρίσεως συνηγορεί και η διαφορά ως προς το άρθρο «ο Κύριος(ενάρθρως) παρά Κυρίου (ανάρθρως)». Αλλά ενώ οι περισσότεροι ερμηνευτές συμφωνούν προς την γνώμη περί διακρίσεως προσώπων, κατά τον καθορισμό τού ‘Κυρίου’ εις κάθε μία από τις περιπτώσεις υπάρχει διαφωνία. Κατά την μία άποψη ‘ο Κύριος’ είναι ο Θεός, και εις την δεύτερη περίπτωση, ‘παρά Κυρίου’, ‘Κύριος’ είναι ο Χριστός ως κριτής. Αντιθέτως κατά την άλλη άποψη, ‘ο Κύριος’ είναι ο Χριστός ως μεσίτης υπέρ τών ανθρώπων παρά τω Πατρί (Ματθ. 10:32-33), οπότε ‘Κύριος’ εις την δεύτερη περίπτωση είναι ο Θεός.
Τασσόμεθα υπέρ τής τελευταίας αυτής απόψεως, όχι μόνον διότι τον Χριστό η Εκκλησία τον αισθάνεται περισσότερο ως μεσίτη παρά ως κριτή, αλλά καθ’ ημάς και για ακόμη δύο λόγους. Το έναρθρον ‘ο Κύριος’ ταιριάζει περισσότερο εις τον Χριστό ως προσιτό και οικείο εις τον άνθρωπο και ως πρόσωπο τού οποίου πάντες, λόγω τής ενανθρωπίσεως, έχουμε μέσα εις την ψυχή μας κάποια συγκεκριμένη παράσταση (Ιωάν. 20:20, 25 «ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον...εωράκαμεν τον Κύριον», 21:7 «Σίμων οὖν Πέτροςἀκούσας ὅτι ὁ Κύριός ἐστι...»), ενώ το άναρθρον ‘Κύριος’ ταιριάζει περισσότερο εις τον αόρατο και απρόσιτο Θεό.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά
Δεν ομολογούν οτι ο αληθινός Θεός μας είναι όχι ΕΝΑ αλλά ΤΡΙΑ πρόσωπα Πατήρ
Υιός και Άγιο Πνεύμα. Ο Πατήρ γεννά
τον Υιό εξω απ' το χρόνο προαιώνιος, εκπορεύεται το Πνεύμα εξω απ' το χρόνο
προαιώνιος. Και ο Χριστός ως γέννημα του Πατρός είναι της αυτής φύσεως
και ουσίας με τον Πάτερα. Και το Πνευμα το Άγιο που εκπορεύεται εκ του
Πατρός είναι της αυτής φύσεως με
τον Πατέρα. Θεός ο Πατήρ, Θεός ο Υιός, Θεός
και το Άγιο Πνεύμα. Αλλα αυτοί οι τρεις
είναι Μια ουσία και είναι ΕΝΑΣ Θεός.
Και κάθε πρόσωπο είναι ολόκληρη η ουσία. Δηλαδή
ΓΙΑΧΒΕ ο Πάτερας ΓΙΑΧΒΕ ο Υιός ΓΙΑΧΒΕ το Άγιο Πνεύμα.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΞΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΙΗ ΚΑΙ ΙΘ ΤΗΣ ΓΕΝΕΣΕΩΣ
Κατά το 18 κεφ. τής Γενέσεως, στίχ.1 ο Θεός (Ο΄) ή Γιαχβέ (Μασ. - יְהוָ֔ה) ενεφανίσθη εις τον Αβραάμ παρά την δρυν Μαμβρή. Υψώσας δε ο Αβραάμ τούς οφθαλμούς του παραδόξως είδε ΤΡΕΙΣ άνδρες. Παραδόξως πάλι και κατά θεία προφανώς παρόρμηση, εις τον στίχ.3, τούς προσφωνεί σε ενικό δια τού ‘Κύριε’ (Adonai - אֲדֹנָ֗י), ενώ εις τούς αμέσως επομένους στίχ.4 και 5 ομιλεί προς αυτούς σε πληθυντικό (‘νίψατε τούς πόδας σας’, ‘αναπαύθητε’, ‘στηρίξατε την καρδίαν σας’, ‘θέλετε παρέλθει’, ‘επεράσατε’).
Άξιον παρατηρήσεως επίσης ότι, ενώ εις τον στίχ.3 ο Αβραάμ εμφανίζει τον εαυτό του ως δούλο ΕΝΟΣ (‘τον δούλο σου’ – Εβρ. עַבְדֶּֽךָ ebedka), εις τον στίχ.5 εμφανίζει τον εαυτό του ως δούλο ΤΡΙΩΝ (‘τον δούλο σας’ – Εβρ. עַבְדְּכֶ֑ם ebedkim). Οι τρεις ομιλούν συγχρόνως και λέγουν τα αυτά, ως εξ ενός στόματος, κάτι που φανερώνει την απόλυτη ενότητα Ενεργείας και Θελήματος μεταξύ τών υψηλών επισκεπτών τού Αβραάμ. Η ενότητα δε αυτή είναι η υπαρκτική (οντολογική) έκφραση τής απόλυτης αγάπης, τής κοινωνίας αγάπης που συνδέει αυτά τα τρία πρόσωπα. Και εις μεν τον στίχ.5το κείμενο γράφει κανονικώς ‘είπον’ (Eβρ. וַיֹּ֣אמְר֔וּ - way·yō·mə·rū), σε πληθυντικό δηλαδή, ως τρεις που ήσαν, εις δε τούς στίχ.10,13,15,17,20 γράφει παραδόξως ‘είπε’ (Εβρ. וַיֹּ֗אמֶר - way·yō·mer), σε ενικό δηλαδή, ως να ήτο ΕΝΑΣ.
Άξιον επίσης προσοχής, ότι αλλού το κείμενο γράφει ‘είπε Κύριος’ (Εβρ, וַיֹּ֥אמֶר יְהוָ֖ה way·yō·mer Yah·weh) και αλλού απλώς ‘είπε’ (Εβρ. וַיֹּ֗אמֶר - way·yō·mer), χωρίς δηλαδή να καθορίζει υποκείμενο, κάτι αρκετά παράδοξο, διότι κανονικώς γεννάται το ερώτημα: ποιος από τούς τρεις ‘είπε’; Γενικώς εις τις εκδηλώσεις τών υψηλών επισκεπτών τού Αβραάμ και εις τις εκδηλώσεις αυτού απέναντι αυτών παρουσιάζεται η ενότητα, συγχρόνως δε και η ισοτιμία τών τριών θείων προσώπων!
Αφού οι τρεις άνδρες εφιλοξενήθησαν από τον Αβραάμ, ανεχώρησαν προς τα Σόδομα. Τότε, κατά τούς στίχ.20-21 (Εβρ.), ο Γιαχβέ είπε «Η κραυγή τών Σοδόμων και τών Γομόρρων επληθύνθη και η αμαρτία αυτών βαρεία σφόδρα. Θέλω λοιπόν καταβή, και θέλω ιδεί αν έπραξαν ολοκλήρως κατά την κραυγήν την ερχομένη προς εμέ, και θέλω γνωρίσει εάν ουχί». Κατ’αυτόν τον λόγο ο Γιαχβέ, μετά την εμφάνισή Του εις τον Αβραάμ, θα κατέβαινε εις τις αμαρτωλές πόλεις, για να δει προσωπικώς και ‘ιδίοις όμμασιν’ (‘Θέλω καταβή’) και να διαπιστώσει την ηθική αυτών κατάσταση. Παρά τον λόγο όμως τού Γιαχβέ περί προσωπικής καταβάσεως Αυτού εις τα Σόδομα, το κείμενο λέει, ότι ο Αβραάμ εξακολουθούσε να στέκεται ενώπιον τού Γιαχβέ και να συνομιλεί μαζί Του μεσιτεύων υπέρ σωτηρίας τών Σοδόμων (στίχ.22)!
Μετά απ’αυτό έφυγε ο Γιαχβέ (στίχ.33). Η δε Σκοπιά εις το σημείο αυτό, περί προσωπικής δηλαδή καταβάσεως τού Γιαχβέ εις τα Σόδομα, δίδει την εξής τραγελαφική εξήγηση: «Θα μπορούσε ο Κύριος να «καταβή απ’ ουρανού», όπως δηλώνει το 1 Θες. 4:16, χωρίς να είναι ορατός στα φυσικά μας μάτια; Στις ημέρες τών αρχαίων Σοδόμων και Γομόρρων, ο Ιεχωβά είπε, ‘θέλω λοιπόν καταβή και θέλω ιδεί’ αυτό που έκαναν οι άνθρωποι. (Γέν. 18:21) Αλλά όταν ο Ιεχωβά έκανε αυτόν τον έλεγχο, κανένας άνθρωπος δεν τον είδε, αν και είδε τους αγγελικούς αντιπροσώπους που έστειλε» (Πώς να Συζητάτε Λογικά από τις Γραφές, έκδ.1987, σελ.98 η υπογράμμιση δική μας)
Εις δε τα Σόδομα, κατά το 19:1, από τούς τρεις άνδρες πήγαν μόνο οι δύο, οι οποίοι ονομάζονται και άγγελοι, εις δε τον στίχ.13 εμφανίζονται ως απεσταλμένοι τού Γιαχβέ. Από αυτό προκύπτει η εξής απορία: Δεν κατέβηκε ο Γιαχβέ προσωπικώς και αισθητώς εις τα Σόδομα, όπως είπε εις τον Αβραάμ; Η απάντηση είναι θετική. Πράγματι, ο Γιαχβέ κατέβηκε εις τα Σόδομα προσωπικώς και αισθητώς εις το πρόσωπο τών δύο ανδρών – αγγέλων. Οι δύο κατά τα πρόσωπα, κατά την ουσία είναι ο ΕΝΑΣ ΚΑΙ Ο ΑΥΤΟΣ ΓΙΑΧΒΕ, όπως μαρτυράει και ο στίχ.16 «διότι εσπλαχνίσθη αυτόν ο Κύριος» όπου ως Κύριος εδώ εννοούνται ειδικώς οι δύο απεσταλμένοι!
Όπως το κεφ.18 περί τών επισκεπτών τού Αβραάμ είναι γεμάτο από παράδοξα, έτσι και το κεφ.19 περί τών επισκεπτών τού Λωτ. Όπως οι τρεις παρουσιάζονται ταυτοχρόνως ωςΕΝΑΣ Κύριος, έτσι και οι δύο. Κατ’αρχάς ο Λωτ, εις τον στίχ.2, προσφωνεί τούς δύο άντρες κανονικώς σε πληθυντικό δια τού ‘κύριοι’, έπειτα εις τον στίχ.18 παραδόξως και κατά θεία προφανώς παρόρμηση τούς προσφωνεί σε ενικό δια τού ‘Κύριε’. Παραθέτουμε αυτόν μετά τού επομένου στίχου: «Και είπεν ο Λωτ προς αυτούς, Μη παρακαλώ, Κύριε. Ιδού ο δούλος σου εύρηκε χάριν ενώπιόν σου, και μεγάλυνας το έλεός σου, το οποίονέκανες προς εμέ...» (Εβρ.).
Ρητώς λέγει το κείμενο, ότι ο Λωτ απευθύνθηκε προς ‘αυτούς’, δηλαδή όχι προς τον έναν, αλλά προς τούς δύο άντρες, όπως άλλωστε ήτο φυσικό. Και το ότι ο Λωτ προσεφώνησε ‘αυτούς’ δια τού ενικού ‘Κύριε’ καθίσταται αναμφισβήτητο από τις φράσεις ‘ο δούλος σου’, ‘ενώπιόν σου’, ‘το έλεός σου’, ‘έκανες’. Περισσότερο δε τούτο καθίσταται αναμφισβήτητο από τον στίχ.21, ο οποίος ανταποκρίνεται προς τον στίχ.18. Μετά την παράκληση τού Λωτ προς τούς δύο άντρες (ή προς τον Κύριο), στίχ.18-20, η απάντησή τους (δηλ. τού Κυρίου) αναφέρεται εις τον στίχ.21 (Εβρ.): «Και είπε προς αυτόν ο Κύριος, Ιδού, επήκουσά σου και εις το πράγμα τούτο, να μην καταστρέψω την πόλιν, περί τής οποίας ελάλησας». Δεν γράφει ‘Και είπον’, οπότε ως υποκείμενο θα εξυπακούετο ‘αυτοί’ (οι δύο άνδρες), αλλά ‘Και είπε’, οπότε ως υποκείμενο εξυπακούεται το ‘Κύριος’, δια τού οποίου ακριβώς ο Λωτ προσεφώνησε τούς δύο άνδρες.
Κατά παρόμοιο επίσης τρόπο εις τον στίχ.17 γράφει (Εβρ.): «Και ότε εξήγαγον (ενν. οι δύο άνδρες) αυτούς έξω, είπεν ο Κύριος, Διάσωσον την ζωήν σου...». Μετά το ‘εξήγαγον’ κανονικώς έπρεπε το κείμενο να γράφει ‘είπον’, αφού ουσιστικώς και εις τα δύο ρήματα το υποκείμενο είναι το ίδιο. Αλλά εγράφη ‘είπε’, διότι οι δύο είναι ‘ο Κύριος’. Το ίδιο δε συναντούμε και εις τον στίχ.16 (Εβρ.) όπου ως Κύριος ή Γιαχβέ(יְהוָ֖ה), ο οποίος εσπλαχνίσθη τον Λωτ, νοούνται ειδικώς οι δύο άνδρες: «Επειδή δε εβράδυνεν, οι άνδρες πιάσαντες την χείρα αυτού, και την χείρα τής γυναικός αυτού, και τας χείρας τών δύο θυγατέρων αυτού, (διότι εσπλαγχνίσθη αυτόν ο Κύριος -יְהוָ֖ה), εξήγαγον αυτόν, και έθεσαν αυτόν έξω τής πόλεως». Οπωσδήποτε οι δύο είναι κατ’ουσίαν ΕΝΑΣ Κύριος.
Η ΟΡΘΗ ΕΞΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΞΟΥ ΦΡΑΣΕΩΣ ‘ΚΥΡΙΟΣ ΠΑΡΑ ΚΥΡΙΟΥ’
Κατόπιν τής λεπτομερούς εξετάσεως των δύο πλέον παραδόξων κεφαλαίων τής Γραφής, το πρόβλημα τού Γεν. 19:24 (Εβρ.) «Και έβρεξεν ο Κύριος επί τα Σόδομα και Γόμορρα θείον και πυρ παρά Κυρίου εκ τού ουρανού» δεν λύνεται με τον τρόπο που προτείνουν οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά, ότι δήθεν πρόκειται περί Εβραϊσμού αναζητώντες εναγωνίως παρεμφερή χωρία (π.χ. Γεν. 4:22-23, Κριτ. 4:4-5, Α΄ Βασ. 1:33, 8:1, 9:1, 10:13, 12:21, κατά το Εβρ.), αλλά λύνεται ως εξής:
Δια τού πρώτου ‘Κύριος’ (Γιαχβέ) εννοείται το ΑΜΕΣΟΝ ΑΙΤΙΟΝ τής καταστροφής τών Σοδόμων, δηλαδή οι δύο άνδρες ή άγγελοι (αγγελιοφόροι, απεσταλμένοι), ΕΝΑΣ κατ’ουσίαν ΚΥΡΙΟΣ. Δια δε τού δευτέρου ‘Κύριος’ (Γιαχβέ) εννοείται το ΑΠΩΤΑΤΟΝ ΑΙΤΙΟΝ τής καταστροφής, δηλαδή ο τρίτος τών ανδρών, από τού οποίου οι δύο είχαν αποχωρισθεί. Και υπό μεν τις μορφές τών δύο ανδρών ήσαν ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, υπό δε την μορφήν τού τρίτου ο Πατήρ. Ο Πατήρ απέστειλε τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα, και αυτοί έβρεξαν πυρ και θείον ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΑΥΤΟΥ (‘παρά Κυρίου’) ή αλλιώς, εξετέλεσαν την απόφασή Αυτού. Οπότε αγαπητοί Μάρτυρες τού Ιεχωβά, αδίκως ψάχνετε εις την Παλαιά Διαθήκη προς ανεύρεσιν αντιστοίχων χωρίων για να αποφύγετε τον σκόπελο τών ‘δύο Κυρίων’, με απώτερο βεβαίως σκοπό να δικαιώσετε την Σκοπιά, διότι το μοναδικό χωρίο που είναι το ακριβώς αντίστοιχο τού Γεν. 19:24 δεν ευρίσκεται εις την Παλαιά αλλά εις την Καινή Διαθήκη.
Οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά θεωρούν το επίμαχο χωρίο τής Γενέσεως ως Εβραϊσμό, ότι θέλει δηλαδή η Γραφή να τονίσει, ότι ο Θεός έβρεξε εξ Εαυτού, δια τής αμέσου δηλαδή δυνάμεώς Του και όχι δια τού συνήθους τρόπου τής φύσεως. Αλλά εις αυτήν την περίπτωση ή η φράσις ‘παρά Κυρίου’ ή η φράσις ‘έβρεξεν ο Κύριος’ θα περίττευε, δεδομένου ότι βροχή πυρός και θείου ‘εξ ουρανού’ είναι αδύνατον να προκληθεί κατά τον συνήθη τρόπο τής φύσεως. Εάν το χωρίο έλεγε απλώς ‘Και Κύριος έβρεξεν επί Σόδομα και Γόμορρα θείον και πυρ εξ ουρανού’ ή ‘Και έπεσεν επί Σόδομα και Γόμορρα θείον και πυρ παρά Κυρίου εξ ουρανού’, τούτο θα αρκούσε για να δείξει το εντελώς έκτακτον και την εκ Θεού προέλευση τής καταστροφής. Θα αρκούσε δε και το ακόμη απλούστερον ‘Και έπεσεν επί Σόδομα και Γόμορρα θείον και πυρ εξ ουρανού’.
Άλλωστε και εις άλλα σημεία η Γραφή κάνει λόγο περί θαυματουργικής πτώσεως πυρός, θείου και χαλάζης εκ τού ουρανού προς παραδειγματική τιμωρία ανθρώπων ή για άλλο σκοπό, χωρίς να χρησιμοποιείται η εν λόγω περίεργη διατύπωση. Πρβλ. Έξοδ. 9:23«...ο Κύριος έπεμψε βροντάς και χάλαζαν επί την γην τής Αιγύπτου», Α΄ Βασ. (Γ΄ Βασ.Ο΄) 18:38 «Τότε έπεσε πυρ παρά Κυρίου, και κατέφαγε το ολοκαύτωμα...», Β΄ Βασ. (Δ΄ Βασ. Ο΄) 1:10,12,14 «...κατέβη πυρ εξ ουρανού, και κατέφαγε αυτόν...», Β΄ Χρον. (Β΄ Παρ. Ο΄) 7:1 «...κατέβη το πυρ εξ ουρανού, και κατέφαγε τα ολοκαυτώματα...», Β΄ Μακ. 2:10 «Καθώς και Μωυσής προσηύξατο προς Κύριον, και κατέβη πυρ εξ ουρανούκαι τα τής θυσίς εδαπάνησεν, ούτως και Σαλωμών προσηύξατο, και καταβάν το πυρ ανήκωσε τα ολοκαυτώματα», Ιεζ. 38:22 «...και θέλω βρέξει επ’ αυτόν...βροχήν κατακλυσμού, και λίθους χαλάζης, πυρ και θείον».
Όπως μόλις διεπιστώσαμε εις παρεμφερείς διατυπώσεις, εις καμίαν δεν αναφέρει, ότι η καταστροφή ή η πτώση πυρός και θείου έγινε συμφώνως προς την παράδοξη διατύπωση τού Γεν. 19:24.
Εις το σημείο αυτό πρέπει να τονίσουμε, ότι τέτοιου είδους παράδοξα, αλλά και τόσα πολλά, όπως αυτά εις τα κεφ.18 και 19 τής Γενέσεως, είναι ανθρωπίνως αδιανόητα και ανεπινόητα. Όταν τα τρία πρόσωπα παρουσιάζονται ισότιμα, και εις τον ίδιο στίχο συναντάται η παράδοξος εναλλαγή πληθυντικού και ενικού (‘αυτούς’, ‘Κύριε’), κι αυτό το παράδοξο να επιβεβαιώνεται από τούς επομένους στίχους, τότε η υπόθεση, ότι οι δύο άγγελοι ήσαν απλώς συνοδοί τού Γιαχβέ ή ότι επρόκειτο περί τριών κατά φύσιν αγγέλων, εκτός τού ότι είναι αυθαίρετος, δεν εξηγεί και τίποτα από τα παραπάνω παράδοξα. Τέτοια παράδοξα αποδεικνύονται από μόνα τους θεόπνευστα.
Είπαμε ανωτέρω να μην ψάχνουν οι Μάρτυρες τού Ιεχωβά αδίκως εις την Παλαιά Διαθήκη να βρουν παρομοία έκφραση, διότι η αντίστοιχή της είναι εις την Καινή Διαθήκη εις την Β΄ Τιμ. 1:18 «Δώη αυτώ ο Κύριος ευρείν έλεος παρά Κυρίου εν εκείνη τη ημέρα».
Διετυπώθη και εδώ η άποψη ότι πρόκειται περί Εβραϊσμού, συμφώνως προς τον οποίον ο Απόστολος επαναλαμβάνει το όνομα ‘Κύριος’ όπου εμείς θα θέταμε αντωνυμία και άρα δεν πρόκειται περί διακρίσεως προσώπων τής Θεότητος. Αλλά αυτή η εξήγηση αγνοεί το προηγούμενο τής εκφράσεως εις την Γένεση, όπου όπως απεδείχθη, πρόκειται πράγματι περί διακρίσεως προσώπων. Κατά την υπόθεση αυτή το νόημα τού χωρίου είναι: «Είθε ο Κύριος να δώσει εις τον Ονησιφόρο να εύρη έλεος παρ’ εαυτού». Αλλά εδώ γεννάται το ερώτημα: «παρά τίνος άλλου θα μπορούσε να εύρη έλεος, μάλιστα κατά την ημέρα τής Δευτέρας Παρουσίας, ώστε να δικαιολογείται η πρόσθετος έννοια ‘παρ’ εαυτού’»; Άλλωστε η έννοια, ότι το έλεος δίδεται υπό τού Κυρίου, περιέχεται εις τον προηγούμενο στίχο κατά τρόπο απλό: «Δώη έλεος ο Κύριος τω Ονησιφόρω οίκω», και δεν ήταν ανάγκη να επαναληφθεί κατά τρόπο δύσκολο. Αν η εξήγηση αυτή ήτο ορθή, εις τον στίχ.18 θα αρκούσε να εγράφετο: «Δώη αυτώ ο Κύριος ευρείν έλεος εν εκείνη τη ημέρα».
Η ορθή εξήγηση είναι, ότι την έκφραση ‘ο Κύριος παρά Κυρίου’ την χρησιμοποιεί ο Απόστολος, επειδή έχει εις τον νου του την διάκριση μεταξύ Χριστού και Θεού Πατρός. Υπέρ αυτής τής διακρίσεως συνηγορεί και η διαφορά ως προς το άρθρο «ο Κύριος(ενάρθρως) παρά Κυρίου (ανάρθρως)». Αλλά ενώ οι περισσότεροι ερμηνευτές συμφωνούν προς την γνώμη περί διακρίσεως προσώπων, κατά τον καθορισμό τού ‘Κυρίου’ εις κάθε μία από τις περιπτώσεις υπάρχει διαφωνία. Κατά την μία άποψη ‘ο Κύριος’ είναι ο Θεός, και εις την δεύτερη περίπτωση, ‘παρά Κυρίου’, ‘Κύριος’ είναι ο Χριστός ως κριτής. Αντιθέτως κατά την άλλη άποψη, ‘ο Κύριος’ είναι ο Χριστός ως μεσίτης υπέρ τών ανθρώπων παρά τω Πατρί (Ματθ. 10:32-33), οπότε ‘Κύριος’ εις την δεύτερη περίπτωση είναι ο Θεός.
Τασσόμεθα υπέρ τής τελευταίας αυτής απόψεως, όχι μόνον διότι τον Χριστό η Εκκλησία τον αισθάνεται περισσότερο ως μεσίτη παρά ως κριτή, αλλά καθ’ ημάς και για ακόμη δύο λόγους. Το έναρθρον ‘ο Κύριος’ ταιριάζει περισσότερο εις τον Χριστό ως προσιτό και οικείο εις τον άνθρωπο και ως πρόσωπο τού οποίου πάντες, λόγω τής ενανθρωπίσεως, έχουμε μέσα εις την ψυχή μας κάποια συγκεκριμένη παράσταση (Ιωάν. 20:20, 25 «ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον...εωράκαμεν τον Κύριον», 21:7 «Σίμων οὖν Πέτροςἀκούσας ὅτι ὁ Κύριός ἐστι...»), ενώ το άναρθρον ‘Κύριος’ ταιριάζει περισσότερο εις τον αόρατο και απρόσιτο Θεό.
Επίσης, λόγω τού προηγουμένου λόγου ακριβώς, εις την Καινή Διαθήκη το έναρθρον ‘οΚύριος’ ως επί το πλείστον χρησιμοποιείται επί τού Χριστού. Αλλά ασχέτως προς την μία ή την άλλη άποψη, αφού εις το Αποστολικό χωρίο πρόκειται για ΤΗΝ ΙΔΙΑ Εβραϊκή έκφραση που απαντάται και εις το Γεν. 19:24, εις την οποίαν και τα δύο ‘Κύριος’ είναιΓιαχβέ, είτε εις την μία περίπτωση είτε εις την άλλη ο Κύριος Ιησούς Χριστός τού Αποστολικού χωρίου είναι Γιαχβέ!
Η ΤΡΙΑΔΙΚΟΤΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ
ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ
1-2)
«Ο δε Κύριος
κατευθύναι υμών τας καρδίας εις την αγάπην τού Θεού και εις την υπομονήν
τού Χριστού» (Β΄ Θεσ. 3:5) και «Υμάς δε ο
Κύριος πλεονάσαι και περισσεύσαι τη αγάπη εις αλλήλους και εις πάντας,
καθάπερ και ημείς εις ημάς, εις το στηρίξαι υμών τας καρδίας αμέμπτους εν
αγιωσύνη έμπροσθεν τού Θεού και πατρός ημών εν τη παρουσία τού Κυρίου
ημών Ιησού Χριστού μετά τών αγίων αυτού» (Α΄ Θεσ. 3:12-13)
δηλαδή «Εις εσάς δε ο Κύριος
είθε να δώσει να έχετε πλουσίως και με το παραπάνω την αγάπη μεταξύ σας και
προς όλους, όπως και εμείς έχουμε προς εσάς. Έτσι θα σάς κάνει να σταθείτε
άμεμπτοι με αγιωσύνη μπροστά εις τον
Θεό και πατέρα μας κατά την παρουσία τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού μαζί με όλους τούς αγίου Του». Εις
τα καταπληκτικά τούτα χωρία αναφέρεται ένας ‘Κύριος’, ο Οποίος κατευθύνει τούς πιστούς εις την αγάπη τού
‘Θεού’ (Πατέρα) και εις την
υπομονή τού ‘Χριστού’! Ποιος
άραγε να είναι Aυτός ο
συγκεκριμένος Κύριος;
Ας δούμε τί λέει το Ιερό Κείμενο επ’ αυτού:
3) «Ηνίκα δ’
αν επιστρέψη προς Κύριον, περιαιρείται το κάλυμμα. 17. Ο δε Κύριος το Πνεύμά εστιν· ού δε το
Πνεύμα Κυρίου, εκεί ελευθερία» (Β΄ Κορ. 3:16-17) δηλαδή «Αλλά
όταν ο άπιστος Ιουδαίος (επι)στρέψει προς τον Κύριο, τότε αφαιρείται το
κάλυμμα. Ο δε Κύριος (σ’ αυτήν την περίπτωση) είναι το Πνεύμα. Όπου δε είναι το
Πνεύμα τού Κυρίου (τού Θεού Πατρός), εκεί είναι ελευθερία».
Ρητώς εις το ανωτέρω χωρίο αναφέρεται, ότι το Πνεύμα είναι ‘ο Κύριος’.
Το δε ‘Κύριος’
τούτο εις την Έξοδ.
34:34, απ’ όπου αντλείται η φρασεολογία τού χωρίου υπό τού
Αποστόλου, εις τα Εβραϊκά είναι ‘Γιαχβέ’!
Παραδόξως όμως, κατά μεν το Β΄ Κορ. 3:17 ο Παράκλητος είναι ‘το Πνεύμα Κυρίου’, κατά δε τον προηγούμενο στίχ.16
είναι αυτός ‘ο Κύριος’! Πράγματι, ως πρόσωπο
ο Παράκλητος είναι ‘το Πνεύμα Κυρίου’, δηλαδή το
Πνεύμα τού Γιαχβέ Πατρός, και ταυτοχρόνως ως ουσία είναι ‘ο Κύριος’,
ο Γιαχβέ, διότι είναι η όλη Θεία ουσία, ο όλος Θεός!
Άξιον δε ιδιαιτέρας παρατηρήσεως είναι και το γεγονός ότι η Σκοπιά, επί 62 ολόκληρα
έτη (1950
έως σήμερα!!!) δεν έχει τολμήσει σε ΚΑΜΙΑ ΕΚΔΟΣΗ να σχολιάσει τα δύο
επίμαχα χωρία (Α΄
Θεσ. 3:12-13 και Β΄ Θεσ. 3:5) και να εξηγήσει εις τούς αναγνώστες περί τής
ταυτότητος τού συγκεκριμένου ‘Κυρίου’! ΤΥΧΑΙΟ;;;
4) «Πορευθέντες
μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα τού Πατρός
και τού Υιού και τού Αγίου Πνεύματος» (Ματθ. 28:19).
Εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα από τα κλασικότερα Τριαδικά χωρία τής
Καινής Διαθήκης. Ερωτούμε λοιπόν τούς Μάρτυρες τού Ιεχωβά: Εφόσον το όνομα τού
Πατρός (κατ’ αυτούς) είναι Ιεχωβά, το όνομα τού Υιού είναι Ιησούς
(Λουκ. 1:31,
2:21)
και το όνομα τού Αγίου Πνεύματος (κατά την Γραφή) είναι Παράκλητος (Ιωάν. 14:16, 26,
15:26, 16:7),
κι εφόσον οι επιτελούντες την βάπτιση είναι τρεις, (ή κατ’ άλλην διατύπωση ο
πιστός βαπτίζεται εις τρία τινά Πατέρα - Υιό - Άγιον Πνεύμα),
μπορούν οι ακόλουθοι τής Εταιρίας Σκοπιά να μάς εξηγήσουν, γιατί ο Χριστός
χρησιμοποίησε την λέξη ‘όνομα’ εις τον ενικό αριθμό και δεν
είπε: «εις τα ονόματα τού Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος»; Κι εφόσον το
Άγιον Πνεύμα (κατά τούς Μάρτυρες τού Ιεχωβά) δεν είναι πρόσωπο, αλλά δύναμη
όπως ο ηλεκτρισμός, πώς είναι δυνατόν να συντάσσεται και να τίθεται παραλλήλως
προς πρόσωπα, αλλά και πώς είναι δυνατόν οι άνθρωποι να βαπτίζονται σε πρόσωπα
και σε απρόσωπες δυνάμεις ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΩΣ,
όπως ισχυρίζεται ‘ο δούλος’ εις την Σκοπιά,
15.01.1989,
σελ.12,
παρ.12-14 καθώς και εις την Σκοπιά,
15.01.1992,
σελ.21-22;
Κατά την Σκοπιά, δηλαδή,
βαπτιζόμεθα εις πρόσωπα και εις απρόσωπες δυνάμεις ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΩΣ!!! Το ‘ευαγγέλιο’ τού Μπρούκλιν εις όλον του
το μεγαλείο, που όμως, κατά τον Απόστολο Παύλο, τέτοιοι κήρυκες υπάγονται εις ΑΝΑΘΕΜΑ! (Γαλ. α:8) Κατά την Εκκλησία τού
Χριστού, το συγκεκριμένο αινιγματικό χωρίο (Ματθ. 28:19) έχει την εξής εξήγηση: Τα τρία
πρόσωπα που αναφέρονται (Πατήρ - Υιός - Άγιον Πνεύμα), είναι ΕΝΑ
κατ’ ουσίαν ‘όνομα’, ΜΙΑ δηλαδή ουσία, ΕΝΑΣ Θεός.
5) Και το ότι τα τρία αυτά πρόσωπα
τής Θεότητος έχουν ΕΝΑ όνομα,
φαίνεται από το παραδοξότατο και καταπληκτικότατο χωρίο τής Αποκ. 22:3-4
που λέει τα εξής: «...ο θρόνος
(αντί ‘οι θρόνοι’)
τού Θεού και τού αρνίου εν αυτή έσται
(αντί ‘έσονται’),
και οι δούλοι αυτού (αντί ‘αυτών’) λατρεύσουσιν αυτώ (αντί ‘αυτοίς’)
και όψονται το πρόσωπον αυτού (αντί ‘τα πρόσωπα αυτών’), και το όνομα αυτού (αντί ‘τα ονόματα αυτών’) επί τών μετώπων αυτών». Δηλαδή «...ο θρόνος
τού Θεού και τού Αρνίου θα είναι σ’ αυτή (την
πόλη), και οι δούλου αυτού (τού Θεού
και τού Αρνίου) θα λατρεύουν αυτόν, και θα βλέπουν το πρόσωπό του (την μορφή του), και το όνομά του θα
είναι στα μέτωπά τους» Συμφώνως προς το ανωτέρω συντακτικώς ‘αλλόκοτο’ χωρίο, ‘ο Θεός’ και το ‘το Αρνίον’
είναι κατ’ ουσίαν ΕΝΑΣ Θεός και έχουν ΕΝΑ όνομα, γι’ αυτό δε τον λόγο, ενώ τα υποκείμενα τής προτάσεως
είναι ΔΥΟ (‘Θεός’ και ‘Αρνίον’) όλα
τα ρήματα, τα ουσιαστικά και οι αντωνυμίες αναφέρονται εις Ενικό και όχι εις Πληθυντικό αριθμό! Το μυστήριο τού Τριαδικού Θεού έχει καταργήσει πάσαν έννοια
συντακτικού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου